Ξηροδερμία κάτω από τη γενειάδα… ενοχλητικό πράγμα. Φαγούρα, μικρά άσπρα “χιονάκια” πάνω στα μαύρα μπλουζάκια, αίσθηση τραβήγματος. Και όσο περισσότερο την ξύνεις, τόσο χειρότερα γίνεται. Κλασικό. Κι όμως, φαίνεται ότι το πρόβλημα δεν είναι μόνο στο δέρμα, αλλά στον τρόπο που γίνεται (ή μάλλον δεν γίνεται) η περιποίηση. Εδώ είναι που μπαίνει στο παιχνίδι ο καλός μπαρμπέρης. Αυτός που δεν κόβει απλώς τρίχες, αλλά ξέρει πώς να “δουλεύει” το δέρμα από κάτω.
Στα κουρεία στον Γέρακα – εκεί, γύρω από την πλατεία στην Ηρώων Πολυτεχνείου, που πάντα μυρίζει aftershave και καφέδες – το ξέρουν καλά αυτό. Ο μπαρμπέρης που σέβεται τη γενειάδα, ξέρει ότι χωρίς σωστή ενυδάτωση δεν υπάρχει στυλ. Και δεν είναι θέμα μόδας, είναι θέμα υγείας.
Φαίνεται πως η ξηροδερμία δεν έρχεται έτσι απλά από το πουθενά. Συνήθως ξεκινάει από την έλλειψη καθαρισμού, από προϊόντα με πολύ αλκοόλη ή από το καθημερινό πλύσιμο με λάθος σαμπουάν. Ναι, εκείνο το “δύο σε ένα για σώμα και μαλλιά” που υπόσχεται τα πάντα, αλλά τελικά σου στεγνώνει το δέρμα χειρότερα κι από τον βοριά στις λόφο στις κεραίες τον Γενάρη. Ο σωστός μπαρμπέρης ξέρει – το δέρμα κάτω από τη γενειάδα είναι λεπτό, χρειάζεται φροντίδα, όχι απορρυπαντικό.
Οπότε ξεκινάει αλλιώς. Όχι “κάτσε να σε κόψω λίγο”. Πρώτα η πετσέτα – ζεστή, υγρή, μαλακώνει τις τρίχες και ανοίγει τους πόρους. Εκεί αρχίζει η δουλειά. Καθάρισμα, απομάκρυνση νεκρών κυττάρων, λίγο μασάζ. Όχι για πολυτέλεια, αλλά για να κυκλοφορήσει καλύτερα το αίμα, να “ξυπνήσουν” οι σμηγματογόνοι αδένες. Μπορεί να ακούγεται υπερβολή, αλλά όχι… η θερμότητα και η πίεση του χεριού έχουν αποτέλεσμα. Επιστημονικά αποδεδειγμένο, που λένε και οι πιο ψαγμένοι.
Μετά έρχεται το λάδι. Και όχι ό,τι να ‘ναι. Όχι αυτά τα φτηνά που μυρίζουν σαν αρωματισμένο καύσιμο. Ο καλός μπαρμπέρης χρησιμοποιεί φυσικά λάδια – αργκάν, jojoba, σταφύλι, πράγματα που δεν βαραίνουν. Τρίβει λίγο στις παλάμες, τα ζεσταίνει, τα περνάει από τις ρίζες μέχρι τις άκρες. Εκεί, ρε παιδί μου, νιώθεις τη διαφορά. Το δέρμα κάτω ηρεμεί, σταματάει το τράβηγμα, σαν να πίνει νερό μετά από μέρες.
Συχνά παρατηρείται και κάτι άλλο: μετά από μερικά σωστά ραντεβού στο κουρείο, η γενειάδα αρχίζει να “στρώνει”. Οι τρίχες κάθονται, δεν πετάνε σαν κεραίες, και το δέρμα φαίνεται πιο “ήσυχο”. Δεν είναι τυχαίο. Η φροντίδα αυτή ενεργοποιεί τη φυσική παραγωγή σμήγματος – αυτή τη μικρή, φυσική λιπαρότητα που κρατάει το δέρμα ελαστικό. Στο σπίτι, αντίθετα, πολλοί τα πλένουν υπερβολικά, λες και πρόκειται για τοίχο μετά από βάψιμο. Εκεί χάνεται η ισορροπία.
Και μη νομίζεις ότι είναι απλώς για εμφάνιση. Το δέρμα κάτω από τη γενειάδα έχει ανάγκη από “αναπνοή”. Ο κουρέας, με το μασάζ και τις κινήσεις, απομακρύνει τα νεκρά κύτταρα, επιτρέπει στην επιδερμίδα να ανανεωθεί. Κάτι σαν μικρή θεραπεία σπα, μόνο που δεν χρειάζεται ρόμπα και παντόφλες. Μερικοί λένε πως το αποτέλεσμα κρατάει μέρες. Το δέρμα μένει μαλακό, η γενειάδα καθαρή, και η αίσθηση… ε, εκείνη η αίσθηση φρεσκάδας δύσκολα περιγράφεται.
Κάπου ανάμεσα στα κουρέματα, τις ιστορίες και τα πειράγματα, κρύβεται η γνώση του παλιού μπαρμπέρη. “Η ξηροδερμία θέλει φροντίδα, όχι φόβο”, λέει ένας στο στενό πίσω από τη Λεωφόρο Μαραθώνος. Και πράγματι. Ο σωστός επαγγελματίας δεν θα σου πουλήσει σαμπουάν. Θα σου δώσει οδηγίες: λίγο λάδι κάθε μέρα, ήπιο καθαρισμό, όχι ζεστό νερό. Αυτά είναι τα “μυστικά”. Όχι οι διαφημίσεις.
Μερικές φορές, βλέπεις τους πελάτες να βγαίνουν απ’ το κουρείο και να αγγίζουν το πρόσωπό τους… λίγο έκπληκτοι. “Μαλακό, ρε φίλε!”, λένε. Ναι, γιατί έτσι πρέπει να είναι. Το δέρμα κάτω από τη γενειάδα δεν είναι κάτι ξεχωριστό απ’ το πρόσωπο. Είναι μέρος του. Και ο καλός μπαρμπέρης το ξέρει, το σέβεται, το φροντίζει.
Τώρα, δεν χρειάζεται να τρέχει κανείς κάθε εβδομάδα στο κουρείο, εννοείται. Αλλά ένα σωστό ραντεβού, μια στο τόσο, κάνει διαφορά. Σαν “επανεκκίνηση”. Το δέρμα θυμάται πώς να λειτουργεί σωστά. Και η γενειάδα, ρε παιδί μου, δείχνει υγιής – όχι σαν ξεραμένο σφουγγάρι.
Στο τέλος της ημέρας, το συμπέρασμα είναι απλό. Η φροντίδα δεν θέλει υπερβολές. Θέλει συνέπεια, θέλει λίγο χρόνο και έναν μπαρμπέρη που ξέρει τι κάνει. Στα κουρεία του Γέρακα τέτοιοι υπάρχουν αρκετοί. Και όταν κάποιος βρίσκει αυτόν τον “δικό του” μπαρμπέρη, δύσκολα τον αλλάζει. Γιατί, ξέρεις… πέρα από το ψαλίδι, κρατάει στα χέρια του και λίγη μαγεία.